Στην προσχολική ηλικία τα παιδιά έχουν έντονα συναισθήματα για το τι τους αρέσει και τι όχι και συχνά επιμένουν σε αυτά που θέλουν μέχρι να τα καταφέρουν. Αυτό συμβαίνει κυρίως, επειδή σε αυτή την ηλικία η σκέψη τους είναι εγωκεντρική. Δηλαδή, μπορούν να σκεφτούν μόνο τη δική τους πλευρά και δεν μπορούν να μπουν στη θέση του άλλου. Οι έντονες εκδηλώσεις των προτιμήσεών τους συχνά οδηγούν σε διαπραγματεύσεις ή εντάσεις, που είναι και χρονοβόρες και κουραστικές.
Όμως, υπάρχει μια στρατηγική, που μας βοηθά να παρέχουμε μια ελεγχόμενη ελευθερία αποφάσεων στα παιδιά χωρίς να ακυρώνουμε ή απορρίπτουμε τη γνώμη τους , με τελικό σκοπό να μειώσουμε/εξαλείψουμε τους διαπληκτισμούς.
Ποια είναι αυτή; Η στρατηγική ελεγχόμενων επιλογών.
Πώς δουλεύει; Δίνουμε πάντα στο παιδί 2 επιλογές, από τις οποίες φροντίζουμε όποια κι αν επιλέξει να είναι εφικτή και αποδεκτή από εμάς. Ας φανταστούμε, για παράδειγμα, ότι βρίσκεστε στην παιδική χαρά και είναι ώρα να φύγετε. Μπορείτε να πείτε: “Είναι ώρα να φύγουμε. Θέλεις να κάνεις μια τσουλήθρα ή να παίξεις πέντε λεπτά ακόμα με τη φίλη σου;”
Ένα άλλο παράδειγμα είναι η επιλογή παπουτσιών για τη βόλτα. Τα παιδιά συχνά επιλέγουν τα πιο όμορφα ή αυτά που τα βολεύουν περισσότερο. Τι κάνουμε σε αυτή την περίπτωση; Εξηγούμε γιατί τα παπούτσια που θέλει δεν είναι βολικά ή κατάλληλα για τη συγκεκριμένη ημέρα/δραστηριότητα και δίνουμε 2 άλλες, κατάλληλες επιλογές.
Για να πετύχει αυτό και να μην διαπραγματευόμαστε τις επιλογές, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε από την αρχή στο παιδί ότι, ο γονέας είναι εκείνος που δίνει τις επιλογές με βάση το συμφέρον και το καλό του παιδιού.
Ενημερώνουμε από την αρχή το παιδί ότι εάν δεν επιλέξει εκείνο, θα το κάνουμε εμείς. Όμως πριν από αυτό, του δίνουμε λίγο περισσότερο χρόνο εάν χρειάζεται ή αρνείται να επιλέξει. Μπορείτε να πείτε: “Έχεις μόνο αυτές τις δυο επιλογές. Σε αφήνω να το σκεφτείς λίγο ακόμα και είμαι σίγουρος/η ότι θα κάνεις τη σωστή επιλογή”.
Δεν δίνουμε σε καμία περίπτωση επιλογές που ίσως να μην είναι εφικτές και δεν απειλούμε το παιδί. Εξηγούμε τις συνέπειες των επιλογών του πριν τις κάνει. Για παράδειγμα, λέμε: “Έχεις μόνο δυο επιλογές. Είτε να βάλεις το κόκκινο πουλόβερ που επιλέξαμε μαζί και θα σε κρατάει ζεστό ή να βάλεις άλλη μια μπλούζα κάτω από αυτή που φοράς, αλλιώς θα κρυώνεις στο σχολείο και θα αρρωστήσεις.”
Εάν το παιδί θέλει να προτείνει κάποια εναλλακτική επιλογή, συζητάμε τις συνέπειές της, αποφασίζουμε εάν θα την κάνουμε και αφού την κάνουμε αξιολογούμε μαζί εάν μας ωφέλησε τελικά.
Μην ξεχνάτε ότι, κάποιες φορές δεν θα υπάρχουν επιλογές. Θα αποφασίζει η μαμά ή ο μπαμπάς τι θα γίνει και θα πρέπει να γίνει – χωρίς διαπραγμάτευση. Αυτό μπορούμε να το θέσουμε ως κανόνα και να το τηρήσουμε αυστηρά για να αποφύγουμε και μελλοντικές απόπειρες διαπραγματεύσεων.
Το κλειδί σε αυτή τη στρατηγική είναι να τηρούμε την απόφαση που θα πάρει το παιδί.
Το να προσφέρουμε ΜΟΝΟ δύο επιλογές μειώνει δραστικά τα περιθώρια διαπραγμάτευσης. Ταυτόχρονα, το παιδί παίρνει μέρος στην απόφαση, νιώθει έχει έλεγχο στις αποφάσεις του, αναπτύσσεται ο λόγος του, ενισχύεται η αυτοπεποίθησή του, η ικανότητα λήψης αποφάσεων και επίλυσης προβλημάτων και η κριτική του σκέψη. Επιπλέον, χτίζουμε μια σχέση με το παιδί μας στην οποία νιώθει ασφάλεια να παίρνει τις δικές του αποφάσεις χωρίς να αμφισβητεί τον εαυτό του, νιώθει ότι το υπολογίζουμε και ότι σεβόμαστε την προσωπικότητά του και χτίζει την ανεξαρτησία του.
Αυγή Τσαγκαλίδου
Ειδικός προσχολικής αγωγής, δραστηριοτήτων δημιουργίας και έκφρασης
Add comment